Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007

Οικονομία


Περί της ένδειας των Ελλήνων και της εκμεταλλεύσεως τους υπό των τοκογλύφων

Όσοι θεωρούν πως το φαινόμενο του καταχρεωμένου Νεοέλληνα, της αυθαιρεσίας των τοκογλυφικών τραπεζικών μηχανισμών και της συμφεροντολογικής και κοντόφθαλμης κρατικής αδράνειας αποτελεί πρωτόγνωρο γεγονός στην ελληνική πραγματικότητα, πλανώνται πλάνη οικτρά. Το απόσπασμα που ακολουθεί από το βιβλίο του Α.Μ. Ιδρωμένου, «Ιωάννης Καποδίστριας, κυβερνήτης της Ελλάδος» [Αθήνα, 1900], αποκαλύπτει του λόγου το αληθές. Οι επαναστατημένοι Έλληνες μετά από αγώνες και θυσίες ετών, αν και απαλλαγμένοι πλέον από το «τουρκικό θηρίο», αισθάνονται στον τράχηλο το πνιγηρό σφίξιμο ενός «νέου ζυγού». Οι τοκογλύφοι απειλούν να τους καταστήσουν άστεγους και ακτήμονες, ακριβώς όπως και στις ημέρες μας.
Ι.Λ.

Βαρείς ήσαν οι τόκοι εν Ελλάδι διά την σπάνιν των χρημάτων και την έλλειψιν της περί αποδόσεως των δανείων ασφαλείας. Ο Κυβερνήτης παρήνεσεν την μετρίασιν[1].

Υπό τε της εν Τροιζήνι και των προηγουμένων εθνικών συνελεύσεων είχον ανακηρυχθή ως πολιτικοί νόμοι ισχύοντες εν Ελλάδι μέχρι δημοσιεύσεως του αστικού κώδικος αι διατάξεις των Βυζαντινών αυτοκρατόρων[2]. Το πρόχειρον αυτών απάνθισμα εν τη Εξαβίβλω του Αρμενοπούλου και επί Τουρκοκρατίας απετέλει τον αστικόν νόμον πάσης Ελληνικής κοινωνίας. Κατά τας Βυζαντινάς διατάξεις, τας κυρίως περιερχομένας εν τω κειμένω των Βασιλικών και των Νεαρών, ο ετήσιος τόκος των δανείων περιωρίσθη, ως και υπό του Ιουστινιανού, από δώδεκα επί τοις εκατόν εις εξ τοις εκατόν κατ’ ανώτατον όρον, αλλ’ ουδόλως πλέον τόκος ωφείλετο άμα δι’ αυτού εδιπλσιάζετο το κεφάλαιον[3]. Κατ’ εξαίρεσιν, ούτε οι επιφανείς άρχοντες ηδύναντο να λάβωσι πλέον των τεσσάτων τοις εκατόν, ούτε οι χωρικοί υπεχρεούντο εις ανώτερον ποσόν. Εμπορικώς μόνον επετρέπετο τόκος μέχρις οκτώ τοις εκατόν, και επί ναυτοδανείων και δανείων καρπών δώδεκα τοις εκατόν[4]. Οι δε αναισχύντως τοκίζοντες και ανατοκίζοντες υπεβάλλοντο εις ατίμωσιν[5]. Και των τοπικών έτι εθίμων η ισχύς απεκλείετο υπό του νόμου ορίζοντος «μήτε τους δικαστάς ποτε καταδικάζειν εις πλείονα τόκον προφάσει της των τόκων συνήθειας». Και πάσα υπέρ το νόμιμον μέτρον του τόκου, ή περί ανατοκισμού, ή προς υπεκφυγήν του νόμου γενομένη ως έκθεσμος ηκυρούτο[6].

Ότι οι τόκοι ήσαν βαρείς συνομολογεί ο Τρικούπης, ουδέ φαίνεται εναντιούμενος διότι ο Κυβερνήτης παρήνεσε την μετρίασιν αυτών. Εκ της επισωρεύσεως των τόκων εν τη αδυναμία της αποτίσεως και της επιδεινωθείσης τοκογλυφίας πλείστοι, μόλις διασωθέντες από του Τουρκικού ζυγού, θα καθίσταντο άστεγοι και ακτήμονες.

__________________


[1] Ιστορία της Ελλάδος, Επ. Τ. 4. σελ. 286
[2] Σύνταγμα Τροιζήνας, άρθ. 142_Επιδαύρου Κόππα Η΄_Άστρους Π΄
[3] Βασιλικά, ΚΔ΄, ς΄, 26
[4] Βασιλικά, ΚΓ΄, γ΄, 74
[5] Βασιλικά, ΚΑ΄, γ΄, 19_Αρμενόπουλου, Γ΄, ζ΄, 20
[6] Βασιλικά, ΚΓ΄, γ΄, 74_Μόνο διά του από 23 Φεβρουαρίου 1835 Β.Δ. εκηρύχθησαν υπερισχύοντα τα πολυχρονίως κρατήσαντα έθιμα._Βασιλικά, ΚΓ΄, γ΄, 29_Αρμενόπουλου Γ΄, ζ΄, 23_Όρα Καλλιγά Γ΄#308-310, σελ. 435, έκδ. β΄.