Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008

Πολιτική

Το ύστατο ψεύδος[1]

Ο νέος αυτοκράτορας είναι … μαύρος ! Η αυτοκρατορία, αν και κλυδωνιζόμενη, έκανε και πάλι το θαύμα της. Το σύστημα δικαιώθηκε. Ο ρατσισμός καταποντίστηκε, η συμμετοχή των πολιτών εκτοξεύτηκε στα ύψη, η δημοκρατία θριάμβευσε … ήρθε επιτέλους η ώρα που ο κάθε αμερικανός πολίτης δεύτερης κατηγορίας ονειρευόταν: ισότητα και ευημερία στο εσωτερικό και απόλυτη κυριαρχία στο εξωτερικό. Άραγε θα καταφέρει πράγματι ο Μπαράκ Ομπάμα να επαναφέρει την Αμερική σε τροχιά «απεριόριστης ανάπτυξης»; Να εξαλείψει το φαινόμενο των «άστεγων ανθρώπινων πλασμάτων»; Να φέρει το νέο αίμα στην εσωτερική τουλάχιστον πολιτική της αυτοκρατορίας του; Να επαναφέρει την δυτική κουλτούρα, όχι υπό την μορφή «ψευδοαξίας» αλλά ως ανταγωνιστικό πολιτισμικό προϊόν; Να καταστήσει τους έγχρωμους συμπολίτες του, πολίτες πρώτης τάξης; Μα κι αν ακόμα δεν τα καταφέρει δεν πειράζει. Είναι βλέπετε … «μαύρος»! Αυτός θα φταίει!

Ιωάννης Α. Λιάκουρας

Στην κοινωνία όπου δεν συνυπάρχουν μεγάλος πλούτος και μεγάλη φτώχεια διαμορφώνονται τα πιο υγιή ήθη, γιατί εκεί δεν ευδοκιμούν ούτε η αλαζονεία, ούτε η αδικία, ούτε ο φθόνος»[2]. Εκεί όπου δεν υπάρχουν μεγάλες ανισότητες, διατηρείται η εσωτερική γαλήνη και αποτρέπεται ο διχασμός – το «μέγιστον νόσημα». Ούτε φτώχεια ούτε πλούτος[3].

Το κενό είναι τρομακτικό, γράφει ο Robert Bellah, καθηγητής της κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ. «Ο καπιταλισμός μας, θεμελιωμένος στο άμεσο και γρήγορο κέρδος, οδηγεί στην καταστροφή».

Όλα καταρρέουν. Οι «παραδοσιακές ψευδοαξίες», όπως η απεριόριστη ανάπτυξη, ο κοινωνικός δαρβινισμός και ο κανιβαλικός καπιταλισμός. Στην λεωφόρο Μάντισον της Νέας Υόρκης ανθρώπινα πλάσματα διανυκτερεύουν σε χαρτόκουτα. Καθηγητές του Κολλεγίου Κουΐνς καταγγέλουν: «οι άστεγοι είναι ο ανθρώπινος σκουπιδοτενεκές που δημιούργησε το σύστημα. Χειρότερα από την Καλκούτα. Ιδού το πιο ωμό, το απαίσιο προϊόν του καπιταλισμού». Στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ οι φοιτητές κραυγάζουν ρυθμικά: «Κάτω η δυτική κουλτούρα»[4].

Η αμερικανική γερουσία είναι μια κλειστή λέσχη δισεκατομμυριούχων. Μερικοί γερουσιαστές συμπεριφέρονται σαν γκάγκστερς. «Μια παλίρροια δολλαρίων πλημμυρίζει τους διαδρόμους του Καπιτωλίου», γράφει ο Τζων Τσάνσελλορ. Ποιος τολμά να διεκδικήσει έδρα στο Κογκρέσσο; Το 1988 το 98% των βουλευτών πέτυχαν την επανεκλογή τους[5].

Και οι φυλετικές διακρίσεις οργιάζουν[6]. Ακόμα και στα πανεπιστήμια. Τί χρειάζονται τα διπλώματα στους μαύρους; Ελάτε το απόγευμα στο πανεπιστήμιο, την ώρα που φεύγει το διδακτικό προσωπικό, γράφει ο καθηγητής Andrew Hacker. Εκείνη τη στιγμή μπαίνει η ομάδα των μαύρων, ανδρών και γυναικών που καθαρίζουν τα κτίρια. «Το αγαπημένο επάγγελμα των μαύρων είναι η σκούπα και το σφουγγαρόπανο», σχολιάζει με πικρία ο Χάκερ[7].

Κάτω απ’ αυτές τις δραματικές συνθήκες πολλοί διερωτώνται πού οδηγείται η αμερικανική πολιτική, κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζούγκλα. Ο συγγραφέας Νόρμαν Μαίηλερ δεν κρύβει τις ανησυχίες του. Μια οικονομική κρίση θα προκαλέσει εξέγερση στα «γκέτο», στρατιωτικό νόμο και αιματοχυσία. Ζοφερές οι προβλέψεις του δημοσιολόγου Άλιστερ Κουκ: Υπάρχει κίνδυνος εμφυλίου πολέμου και δικτατορίας…

[1] Από το βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου, «Η Διαφθορά της Εξουσίας», Αθήνα 1992
[2] Ηι δ’ αν ποτε ξυνοικία μήτε πλούτος ξυνοική μήτε πενία σχεδόν εν ταύτη γενναιότατα ήθη γίγνοιτ’ αν Ούτε γαρ ύβρις ούτ’ αδικία, ζήλοι τε αυ και φθόνοι ουκ εγγίγνονται [Πλάτων, Νόμοι, γ΄, 679 B-C].
[3] Δει γαρ εν πόλει που, φαμέν την του μεγίστου νοσήματος ου μεθεξούση, ο διάστασιν ή στάσιν ορθότερον αν είη κεκλήσθαι, μήτε πενίαν την χαλεπήν εκείναι παρά τισι των πολιτών μήτε αυ πλούτον ως αμφότερα τοκτόντων ταύτα αμφότερα [ό.π., ε’, 744 d].
[4] Hey, hey, ho, ho, western culture has got to go.
[5] Peril and Promise, New York 1990. Η αμερικανική Κοινή Γνώμη έχει επίγνωση της διαφθοράς της εξουσίας και του αμοραλισμού των πολιτικών. Και εκφράζει την απέχθειά της για το ανήθικο σύστημα με την αποχή. Το 1984 ψήφισε το 53% των Αμερικανών πολιτών, το 1988 μόνο το 50%. Προσέρχονται στις κάλπες μόνο οι πλούσιοι και η μεσαία τάξη. Οι άλλοι, η συμπαγής μάζα των εργαζομένων, που βλέπει το οικογενειακό εισόδημα να συρρικνώνεται από χρόνο σε χρόνο, δεν ελπίζει τίποτα, γνωρίζει την απάτη της «λαϊκής ετυμηγορίας» και προτιμά την αποχή.
[6] «Πνευματική χρεωκοπία», χαρακτηρίζει το Τάιμ, το καθεστώς του ρατσισμού [φ. 31/12/90]
[7] Στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ διδάσκουν 373 καθηγητές. Απ’ αυτούς μόνο δύο είναι έγχρωμοι. [στοιχεία 1992].