Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008

Λαοί

«Ελεύθεροι γενήσεσθε …»[1]

Ο Πόντιος Πιλάτος έχει γίνει τραγικό σύμβολο ανθρώπου που παλεύει με τη συνείδησή του, με το φόβο, με την ολιγοπιστία του, με το σκεπτικισμό του. … Ήταν Ρωμαίος άρχων. Έπρεπε να πιστεύει στη ρωμαϊκή κοσμοκρατορία. «Όπου σταθμεύουν οι ρωμαϊκές λεγεώνες, έλεγαν οι Ρωμαίοι, εκεί υπάρχει και το Ρωμαϊκό κράτος». Υπηρετούσε λοιπόν τη ρωμαϊκή ισχύ και σταθερότητα. …

Η τύχη όμως τον είχε στείλει να κυβερνά έναν λαό θορυβώδη, ασύντακτο, παρορμητικό, ανατολίτικο, φανατισμένο και συνάμα εχθρικότατο προς τη Ρώμη. Οι Ιουδαίοι είχαν την παράδοση του περιούσιου λαού. Ήταν προσηλωμένοι στο μωσαϊκό νόμο και βέβαιοι για τη φυλετική τους υπεροχή. Σ’ αυτό ήταν αδιάλλακτοι. Όταν ο Ιησούς είχε πει ότι η Αλήθεια θα ελευθερώσει τους ανθρώπους, οι Ιουδαίοι εξεγέρθησαν : Τί θα πει θα μας ελευθερώσει ! Εμείς είμαστε απόγονοι του Αβραάμ, και δούλοι δεν εγίναμε ποτέ σε κανέναν : «Πώς συ λέγεις ότι «ελεύθεροι γενήσεσθε;»».

Δεν είχαν εννοήσει οι Ιουδαίοι τα λόγια εκείνα του Ιησού. Δεν είχαν αντιληφθεί τη βαθύτερη έννοια εκείνης της εσωτερικής ελευθερίας, που περιέχεται στη χριστιανική θρησκεία.
«Επ’ ελευθερία εκλήθητε!»[2].
«Ού Κύριος, εκεί και ελευθερία!»
[3].
Δεν είχαν αντιληφθεί, ότι ο Ιησούς είχε καλέσει τους ανθρώπους σε ελεύθερη και αυθόρμητη προσέλευση. Γι’ αυτό ακριβώς, ο χριστιανός είναι ελεύθερος μπροστά στο Θεό – αλλά μαζί και ισχυρός και θαρραλέος, γιατί πάντα αντλεί κανείς ισχύ και θάρρος από την ελευθερία που του δίνουν. Και το κυριώτερο, ο χριστιανός αισθάνεται ελεύθερος και θαρραλέος απέναντι και στους ισχυρούς της γης, επειδή γνωρίζει ότι δεν υπάρχει υλική δύναμη ικανή να εξαφανίσει αυτή την ελευθερία του, που πηγάζει μεσ’ από την ψυχή του. … Από εδώ επήγασε το μέγα εκείνο θάρρος, που έκαμε τότε τους Απολογητές να μιλούν με ένα απλό κι’ εκπληκτικό, σχεδόν ακατανόητο θάρρος απ’ ευθείας προς τους πανίσχυρους αυτοκράτορες, χωρίς καμμιάν υποψία φόβου, αλλά και τους πιο ταπεινούς και άσημους ανθρώπους, να αναδεικνύονται, απλά και φυσικά, ήρωες και μάρτυρες κατά τους διωγμούς. Ήταν αυτή η ελευθερία του Χριστού, που τους έδινε αυτό το θάρρος.

Πώς όμως να αντιληφθούν αυτήν την ευρύτερη ελευθερία οι Ιουδαίοι ; Ο φανατισμός και η μονομέρεια τους εμπόδιζε να ιδούν πιο μακρυά από την περιούσια φυλή τους και τον μωσαϊκό νόμο. Τα «έθνη», δηλαδή τους άλλους λαούς, τους «εθνικούς», τους έβλεπαν σαν μολυσμένους, και κάθε επικοινωνία μαζί τους ήταν απαγορευμένη. Ο Πέτρος, φιλοξενούμενος στο σπίτι του Κεντυρίωνος Κορνηλίου, αρνείται να φάγει «κοινόν ή ακάθαρτον», δηλαδή τροφή οποιαδήποτε προσφερόμενη από εθνικούς, έως ότου όραμα Κυρίου του έδωσε την άδεια. Και οι Ιουδαίοι ιερείς, όταν πήγαιναν στη Ρώμη με αποστολές και πρεσβείες, έπαιρναν μαζί τους σύκα και ξηρούς καρπούς, για να μην μολυνθούν με τις ακάρθατες τροφές των εθνικών !

Αυτός λοιπόν ο αδιάλλακτος λαός, ο γεμάτος φανατικό εθνικισμό και υπεροψία, ήταν τώρα τραυματισμένος και ταπεινωμένος. Οι Προφήτες του, τού είχαν υποσχεθεί ότι όλα τα έθνη θα υποτάσσονταν σ’ αυτόν, και τώρα ήταν υποταγμένος στα έθνη. Του είχαν υποσχεθεί τους θησαυρούς της γης, και τώρα ήταν λαός φτωχός, που εγόγγυζε για τους φόρους που πλήρωνε στη Ρώμη. Του είχαν υποσχεθεί ότι οι ξένες στρατιές θα γονάτιζαν μπροστά του, και τώρα τον κυβερνούσε ένας μεσαίου βαθμού αξιωματούχος της Ρώμης, ο Επίτροπος, ο Προκουράτωρ, που ήταν απόλυτος κυρίαρχος στις τύχες του. Πικρίες και συμπλέγματα είχαν συσσωρευθεί, και είχαν κάμει αυτό το λαό ακόμα πιο δυσκυβέρνητο.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι λαοί που χάνουν την ελευθερία τους, το βασικό αγαθό, διεκδικούν ζηλότυπα τα «παρεπόμενα» αγαθά που απομένουν. … Στους υπόδουλους λαούς συνήθως παραχωρούνται για παρηγοριά, δικαιώματα ανεξιθρησκείας, δικαιώματα εργασίας, κοινωνικής πρόνοιας, … χρηματικές ενισχύσεις και καλλιτεχνικές απολαύσεις … Προ πάντων όμως παραχωρούνται και δικαιώματα ισότητος, ίσης μεταχειρίσεως, που δίνουν κάποια απατηλή εντύπωση ελευθερίας. Ισότητα εννοείται όχι μεταξύ σκλάβων και κατακτητών, αλλά μόνον στους σκλάβους μεταξύ τους.

[1] Μιχ. Δ. Στασινόπουλου, «το Πινάκιον Φακής και ο Νόμος των Λύκων», από την «Δικαστική συνείδηση στη Δίκη του Ιησού», σ. 95-97, Εστία 1973.
[2] Προς Γαλ., 5, 13.
[3] Προς Κορινθ., Β΄, 3, 17.