Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

η μελλοντική ελευθερία

η ιδεολογία της "παρηγορίας" και της "μακράς αναμονής" [1]

Κατά την πρώτη περίοδο της Τουρκοκρατίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ακολουθώντας και την κληροδοτημένη παράδοση, αλλά εκτιμώντας και τις νέες συνθήκες, κράτησε, όπως ήταν επόμενο, αρνητική στάση σε κάθε κίνηση που απέβλεπε σε πολιτικούς νεωτερισμούς. Εφόσον αποκλειόταν από την αρχή η ανάμιξη της λατινικής Δύσης, και ήταν ανεφικτη, ήδη από την εποχή των Παλαιολόγων, κάθε προσπάθεια αντιμετώπισης των Οθωμάνων με τις δυνάμεις των ίδιων των Ορθοδόξων, η μοναδική λύση στο αδιέξοδο ήταν η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα και η αποδοχή της με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Η εκτίμηση αυτή αφορούσε και στο τουρκοκρατούμενο και στο φραγκοκρατούμενο ελληνορθόδοξο στοιχείο, και στηριζόταν στην αρχή της διαφύλαξης των μακροπρόθεσμων συμφερόντων της Ορθοδοξίας, έστω και με αντάλλαγμα την πολιτική δουλεία.
...
Η καταφυγή σε θεοκρατικές απαντήσεις παρουσιάστηκε, μπροστά στη γενική κατάρρευση και το αδιέξοδο, ως μοναδική "παρηγορία" και ως αναπόφευκτη φυγή από το ανυπόφορο παρόν. Έτσι η απώλεια του "βασιλείου" και η υποδούλωση του Γένους μετατράπηκε και πάλι, όπως και άλλωτε [2], σε εκφραση της θείας βούλησης, που θέλησε την τιμωρία ενός λαού παραστρατημένου και μιας ηγεσίας που δέχτηκε τον άνομο θρησκευτικό συνβιβασμό με τους Λατίνους. Με τον τρόπο αυτόν οι Οθωμανοί κυριάρχοι μετατρέπονταν σε όργανα της θέλησης του Θεού. Τελικά κάθε προσπάθεια για την εκδίωξή τους, πριν από τη λήξη της περιόδου της τιμωρίας, δεν θα ήταν μόνο ανώφελη, αλλά και αντίθετη προς τις θεϊκές επιταγές. μοναδικό, συνεπώς, μέλημα της ηγεσίας του Γένους θα έπρεπε να είναι η περιφρούρηση αυτού που είχε μείνει αλώβητο από τη γενική κατάρρευση: της ορθόδοξης πίστης. Γι' αυτό και ο αγώνας έπρεπε να έχει κατεξοχήν θρησκευτικό και ελάχιστα ή καθόλου πολιτικό χαρακτήρα, με στόχο την αντιμετώπιση του κινδύνου συρρίκνωσης του χριστιανικού στοιχείου από τους εξισλαμισμούς και της δογματικής του φαλκίδευσης από τον εκκαθολικισμό.

Με την ιδεολογική αυτή επένδυση η μοιρολατρική στάση έναντι της οθωμανικής κυριαρχίας μετατρεπόταν σε δόγμα ιδεολογικού απομονωτισμού και πολιτικής απραξίας. Παρ' όλα αυτά, η πάγια αντίληψη για την ιδιαιτερότητα του ορθόδοξου Γένους, που ήταν ριζωμένη στη Ρωμανία τουλάχιστον από την εποχή των αγώνων εναντίον των Αράβων, δεν ήταν δυνατόν να συμβιβαστεί με την παραδοχή της οριστικής υποδούλωσης στο ισλάμ. Η μοναδικότητα του "περιούσιου" λαού δεν συμβιβαζόταν με το ενδεχόμενο μιας τελεσίδικης καταδίκης του από τη θεία βούληση. Γι' αυτό και ο λαός αυτός ήταν γραφτό να "αποκατασταθεί" κάποτε στα αλλοτινά του "μεγαλεία" και στη χαμένη του πρωτοκαθεδρία. Η οθωμανική κυριαρχία δεν αποτελούσε παρά μόνο μεταβατικό στάδιο για την αναγκαία εξιλέωση των "αμαρτημάτων του Γένους", το οποίο, με τη θέληση της Θείας Πρόνοιας, θα περνούσε από τη δοκιμασία της "αιχμαλωσίας" στη μελλοντική του "ελευθερία".

[1] Ι.Κ. Χασιώτης, "Μεταξύ οθωμανικής κυριαρχίας και ευρωπαϊκής πρόκλησης, ο ελληνικός κόσμος στα χρόνια της τουρκοκρατίας", σ.σ. 133 κ.ε., university studio press, Θεσσαλονίκη 2001.
[2] επειδή η ασάφεια δεν ήταν δυνατόν να στηρίξει και να ποδηγετήσει το ποίμνιο, χρειάστηκε να ανανεωθούν οι παλαιότερες εσχτολογικές αντιλήψεις, με τις οποίες είχε παρηγορηθεί το χριστιανικό στοιχείο της ακρωτηριασμένης Ρωμανίας, κατά τις μεγάλες δοκιμασίες του 13ου και του 14ου αιώνα.