Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

Πολιτική

η εθνική αδυναμία[1]

Το πώς εδημιουργήθη η εθνική αδυναμία, το αν τα στοιχεία αυτής ανευρίσκωνται και εις τους παναρχαίους χρόνους, αν αυτή οφείλεται εις την ιδιομορφίαν του Ελληνικού ιστορικού βίου δεν είναι του παρόντος.

… Η αδυναμία δεν είναι της Ελλάδος ... ούτε αδυναμία τούτο λέγεται. Η «αδυναμία» (γράφε τα συμφέροντα) είναι των εκάστοτε ιθυνουσών τάξεων και το «ξενομανία» είναι το «ξεπούλημα». Έτσι, απ’ το ’21 και συνέχεια, είχαμε τα λεγόμενα ξενόφιλα κόμματα. Μάλιστα του Κωλέττη, το Γαλλόφιλο, έκανε διαδηλώσεις … με σημαίες γαλλικές. Έκτοτε τα πράγματα πήραν κομμάτι στο καλύτερο. Δεν έχουν πια των αφεντικών τους τα ονόματα, μα τις προσωνυμίες των ντόπιων αρχηγών τους· λόγου χάριν, Τρικουπικό, Δεληγιαννικό, Βενιζελικό … Αλλά μια και πήρε η καρδιά τους στο καλύτερο, έχουν έκτοτε ονομασίες … αφηρημένες.

Το θέμα των Εθνικών Εθνοσυνελεύσεων στάθηκεν απ’ τα «Ψιλώτερα γράμματα» των ιστορικών μας … Οι Εθνοσυνελεύσεις εκείνες δεν αντιπροσώπευαν τον μαχόμενο λαό, αλλά μονο τους «συνελευσάδες» τους και τα φεουδαλικά συμφέροντά τους … Ταύτα, σε συνδυασμό με τα ξένα συμφέροντα – ιδιαίτερα τα Εγγλέζικα – δάυτες τα ωνομάτιζαν «Πατρίς» και τάλεγαν «Θρησκεία». Κατά τον τρόπο που λέμε το ξύδι «γλυκάδι», τούτων των τσιφλικάδων οι συνάξεις ειπώθηκαν Εθνικές. Ειπώθηκαν οι τιμαριούχοι αντιπρόσωποι κι όχι «επί το αυτό συνελθόντες κι από κοινού συμφέροντος κινούμενοι». Μα ο λαός «Τουρκοχριστιανούς» τους ωνομάτιζε. «Οι προύχοντες είναι Τούρκοι με όνομα Χριστιανού» έλεγεν αργότερα ο Καποδίστριας. «Τί Ζαΐμης – τί Μπραΐμης», έλεγε για έναν απ’ αυτούς – τον Ανδρέα – ο λαουτζίκος. Και Τουρκοχριστιανούς τους προεστούς του … Η προσπάθειά τους έτεινε όχι πώς να (σαν Εθνοσυνέλευσες) θεμελιώσουν τις πολιτικές και λοιπές ελευθερίες των Ελλήνων, αλλά (μια και διαγράφονταν αναπόφευχτη) πώς να τσεπώσουν και την ανεξαρτησία της Πατρίδας και να υποκαταστήσουν τους Τούρκους στα συμφέροντα (όπερ και εγένετο). Και στάθηκαν τα οχυρά πάνω στα οποία θραυόταν η θέληση του έθνους να γίνει κύριος του οίκου του και αυτεξουσιάστης της λευτεριάς του. Θανάσιμα τους μίσαε ο λαός τούτους τους «Συνελευσιακούς» του δοσίλογους.

[1] Γιάννης Σκαρίμπας, «Η τράπουλα», σ.σ. 66-67 & 87-88, εκδόσεις Κάκτος 1996.