Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Πολιτική

Αμερικανική Ειρήνη[1]

Στην μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο, η Αμερική «επέλεξε», εσκεμμένα και κατόπιν ενδελεχούς και πολυεπίπεδης επεξεργασίας στην οποία συνέβαλε οργανωμένα και μεθοδικά ολόκληρο το σύστημα ασφάλειας του κράτους, μια στρατηγική παγκόσμιας πολιτικής ηγεμονίας, οι μέθοδοι της οποίας αποτυπώθηκαν στο περίφημο έγγραφο NSC-68 1950[2]. Κατά το NSC-68, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να εφαρμόσουν μία παρεμβατική πολιτική στα παγκόσμια δρώμενα και κατ’ επέκταση να έχουν έναν ηγετικό ηγεμονικό ρόλο, ο οποίος όχι μόνο θα λειτουργούσε αποτρεπτικά / ανασχετικά έναντι της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά ταυτόχρονα θα απέτρεπε και την «αυτονόμηση» και των δικών της δυτικών συμμάχων από την αμερικανική «ευμενή», αν θέλετε, ηγεμονία. Η εκπληκτική, κατά κάποιο τρόπο «παραδοχή» του NSC-68, όπως επαναβεβαιώνεται μισό αιώνα αργότερα από τον Πωλ Νίτσε, διευθυντή τότε του Policy Planning Staff του Υπουργείου Εξωτερικών που «συντόνισε» την παραγωγή του NSC-68 είναι, ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να ακολουθήσουν την ηγεμονική στρατηγική που ακολούθησαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έστω και αν δεν υπήρχε η Σοβιετική Ένωση. Η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, μας πληροφορεί ο Νίτσε το 1999, απλά προσέδωσε επιτακτικότητα σε μια στρατηγική ηγεμονίας που επέβαλλαν οι αμερικάνικες επιταγές[3].

Ούτε και το NSC-68 ήταν καινοτόμο αναφορικά με τις ηγεμονικές βλέψεις των ΗΠΑ. Για τον εντοπισμό τους θα πρέπει να μεταφερθούμε πίσω στον 19ο αιώνα με το Δόγμα Μονρόε, όσων προηγήθηκαν της διακήρυξής τους και αυτών που ακολούθησαν, κυρίως μετά τον Αμερικανο-ισπανικό πόλεμο του 1898. Ανεξάρτητα, όπως μας πληροφορεί ο Μελνύν Π. Λεφλέρ με βάση τους αμερικανικούς μεταπολεμικούς σχεδιασμούς, «ούτε μία ενωμένη Γερμανία, ούτε μία ανεξάρτητη Ιαπωνία, επιτρέπεται να αναδυθούν ως μία Τρίτη δύναμη ή ως ένας ουδέτερος συνασπισμός»[4].

Το πόσο ειλικρινείς υπήρξαν οι συντάκτες του NSC-68, όπως ο Πωλ Νίτσε, αναφορικά προς τους διαχρονικούς στόχους και τις μεθοδεύσεις των ΗΠΑ, φάνηκε αμέσως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Πιο συγκεκριμένα, τον Μάρτιο του 1992 διέρρευσαν στον αμερικανικό τύπο, αποσπάσματα ενός απόρρητου προσχεδίου του Αμερικανικού Πενταγώνου που έφερε τον τίτλο «Οδηγίες Αμυντικού Σχεδιασμού». Στο απόρρητο αυτό προσχέδιο, προσφέρεται μία άνευ προηγουμένου ευκαιρία να αντιληφθεί ο αναγνώστης τον τρόπο σκέψης και τις αντιλήψεις, που καθοδήγησαν και διαμόρφωσαν τις διαχρονικές παραμέτρους της αμερικανικής στρατηγικής. Το έγγραφο, καταγράφει τόσο τη λογική όσο και την διαχρονικότητα των αμερικανικών στόχων και επιδιώξεων στον μετά τον Β΄ ΠΠ κόσμο, αλλά και της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Οι διατυπώσεις και οι επιδιώξεις είναι πανομοιότυπες και αποβλέπουν στη διατήρηση της αμερικανικής υπεροχής έναντι όλων απολύτως των αντιπάλων.

Με το επιχείρημα ότι η υπεροχή αυτή είναι αναγκαία, διότι διασφαλίζει την παγκόσμια πολιτική σταθερότητα και παρέχει ασφάλεια, όπως και στην διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, στις Οδηγίες Αμυντικού Σχεδιασμού υπογραμμίζεται ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει συνεπώς «να αποθαρρύνουν τα ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη, από το να αμφισβητήσουν την ηγεσία μας ή ακόμα και να τρέφουν φιλοδοξίες για ένα ευρύτερο παγκόσμιο ή περιφερειακό ρόλο». Ταυτόχρονα, το «κυρίαρχο ζήτημα» της αμερικανικής μακροστρατηγικής, πρέπει να είναι η «αποτροπή κάθε εχθρικής δύναμης από την δυνατότητα να κυριαρχήσει μιας περιοχής, της οποίας οι πόροι θα της επιτρέπουν, κάτω από συγκεντρωτικό έλεγχο να παράγει παγκόσμιας εμβέλειας δυνατότητες». Στις περιοχές που μπορούν να αναδείξουν τέτοιας μορφής ανταγωνιστές κατονομάζονται η Δυτική Ευρώπη, η Ανατολική Ασία, οι περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και η Νοτιοδυτική Ασία (ευρύτερη Μέση Ανατολή).

Για την πραγμάτωση των παραπάνω στρατηγικών τους στόχων στην μεταψυχροπολεμική περίοδο, οι ΗΠΑ θα πρέπει να εφαρμόσουν μια πολιτική που να τους επιτρέπει να λειτουργούν, σύμφωνα με τις Οδηγίες Αμυντικού Σχεδιασμού, ως «επιτηρητής ενηλίκων» (“adult supervisor” είναι η φράση στο κείμενο). Οι ΗΠΑ δηλαδή αναλαμβάνουν ουσιαστικά να επιβλέπουν και να προστατεύουν τα συμφέροντα όλων των δυνητικά μεγάλων δυνάμεων για λογαριασμό τους, όπως βέβαια αυτά ερμηνεύονται από την Ουάσινγκτων, ώστε οι δυνάμεις αυτές να παραμένουν δυνητικά τέτοιες και να μην λειτουργούν στην πράξη ως πραγματικά μεγάλες δυνάμεις ανεξάρτητα από τη βούληση των Αμερικανών.

Το αναπόδραστο συμπέρασμα, ως προς τη διαχρονικότητα της μακροστρατηγικής των ΗΠΑ … είναι ότι η Ουάσινγκτων δεν ανέχεται την ύπαρξη πραγματικά ανεξάρτητων δρώντων στο διεθνές σύστημα διότι μια τέτοια εξέλιξη διαρρηγνύει την αμερικανική ηγεμονία, την οποία οι διαμορφωτές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής θεωρούν κλειδί για την παγκόσμια σταθερότητα ή αλλιώς «αμερικανική ειρήνη».

[1] Γεωστρατηγική, Σεπτέμβριος 2008 – Απρίλιος 2009, «Οι ΗΠΑ και ο κόσμος», απόσπασμα από το άρθρο του Μάριου Ευρυβιάδη, «η διαχρονική συνέχεια της αμερικανικής μακροστρατηγικής», σ. 15-18.
[2] Το NSC-68 είναι προσβάσιμο στο Διαδίκτυο (www.fas.org)
[3] Βλ. το εισαγωγικό σημείωμα του Νίτσε στο ειδικό αφιέρωμα “NSC-68 and US Foreign Policy Today”, SAIS Review, Vol.XIX Number One (winter – spring 1999), σελ. 2.
[4] A Preponderance of Power, Stanford, California, SUP, 1992, σελ. 17