Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2012

Ιστορικά


στην Ελλάδα … κάποτε[1]

 

Έχω σαφή την αντίληψιν ότι απευθύνομαι, την στιγμήν αυτήν, προς ανθρώπους πεινώντας και πολυειδώς πάσχοντας. Γνωρίζω πόσας στερήσεις υφίστανται, πόσον υποφέρουν … χωρίς να ημπορούν να πράξουν τίποτε …


Είναι πλάνη να πιστεύη κανείς ότι, εις την σημερινήν καθολικήν δοκιμασίαν, ημπορεί να φροντίζη μόνον δι’ εαυτόν … αδιαφορών διά την δυστυχίαν η οποία απλώνεται γύρω του.


 
Κανείς δεν πρέπει να λησμονή ότι η δυστυχία εξωθεί τον δυστυχούντα εις πράξεις απελπισίας και ότι η έκρηξις της απογνώσεως είναι πάντοτε τρμερά και καταλήγει εις την πλήρη καταστροφήν των κοινωνιών και των αποτελούντων αυτάς ατόμων.

 
Γνωρίζετε πάντες, εκ της πείρας του παρελθόντος, πόσοι ύπουλοι εχθροί επεβουλεύθησαν και επιβουλεύονται  πάντοτε την κοινωνικήν ενότητα και την εσωτερικήν γαλήνην, βασίζοντες τας ελπίδας των εις την προϊούσαν γενικήν εξαθλίωσιν αυτήν όσον είναι δυνατόν. Διότι, ούτω, όχι μόνον επιτελούμεν το πρώτιστον καθήκον παντός χριστιανού, αλλά και προασπίζομεν την συνοχήν της κοινωνίας και εξασφαλίζομεν ομαλήν και αδιατάρακτον την συμβίωσιν των ατόμων, διά του περιορισμού της ανισότητος των κοινωνικών τάξεων και της περιστολής του διαρκώς ογκουμένου κύματος της δυσφορίας των αναξιοπαθούντων.


Πώς είναι δυνατόν να παρέρχηται τις ασυγκίνητος ενώπιον του σιγηλού δράματος των ανέργων αλλά και των εργαζομένων, είτε ελευθέρων εργατών είτε επί μισθώ υπαλλήλων, ιδιωτικών και δημοσίων, διά τους οποίους ευρύνεται καθημερινώς το χάσμα μεταξύ των αναγκών της ζωής και της παρεχομένης αμοιβής ;

 

Είναι αυτοί οι ασυγκρίτως περισσότεροι, οι κυρίως πεινώντες και πάσχοντες εν τω μέσω της γενικής δοκιμασίας.



[1] Ηλία Βενέζη, Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός – οι χρόνοι της δουλείας, Εστία, Αθήνα 1981

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Μωρίας εγκώμιον


σήμερα, όπως παλιά[1]

 

Μήτε το Χάος, μήτε ο Άδης, μήτε ο Κρόνος, μήτε ο Ιαπετός, μήτε κανένας απ’ αυτούς τους ξεπεσμένους και σκουριασμένους θεούς είναι ο πατέρας μου. Με γέννησε ο Πλούτος, μόνος πατέρας ανθρώπων και θεών, και να με συμπαθά ο Ησίοδος κι ο Όμηρος, ακόμα κι ο Δίας. Μ’ ένα του γνέψιμο, σήμερα, όπως παλιά, όλος ο κόσμος έρχεται τα’ απάνω κάτω, εμ ιερός εμ βέβηλος. Αυτός κανονίζει με τα κέφια του πολέμους, ειρήνη, κυβερνήσεις, συμβούλια, δικαστήρια, συνελεύσεις, γάμους, συνθήκες, συμμαχίες, αν κάποιος τον θυμώσει, ακόμα κι η Παλλάδα να κατέβει, δεν τον γλυτώνει. Απ’ την άλλη, όποιος τά ‘χει καλά μαζί του, κοροϊδεύει ακόμα και τον μεγάλο Δία με τα’ αστροπελέκια του.

 

Τέτοιος είναι ο πατέρας μου, και το καυχιέμαι …



[1] Εράσμου, Μωρίας εγκώμιον, σε μετάφραση Στρατή Τσίρκα, σ.σ. 39-40, εκδόσεις Ηριδανός 1970

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

ιστορίες τοκογλυφίας



Το κελεπούρι[i]

Το 2001 η Ελλάδα δεν ενδιαφέρει διόλου την «Γκόλντμαν Σαξ», που είναι απορροφημένη, την εποχή εκείνη, με τις αναδυόμενες  χώρες, οι οποίες αρχίζουν να προσελκύουν ορισμένες μεγάλες τράπεζες. Από την πλευρά της, η «Γκόλντμαν Σαξ ιντερνάτιοναλ» ρίχνει το βάρος στη Γερμανία, στην Ανατολική Ευρώπη και στην Τουρκία. Η τράπεζα δεν έχει θυγατρική στην Αθήνα. Οι ελληνικοί φάκελοι, κατά το παράδειγμα των χρηματοδοτήσεων της εμπορικής ναυτιλίας, δουλεύονται στο Λονδίνο, όπου είναι εγκατεστημένοι οι Έλληνες εφοπλιστές.
Το 1999, όταν αποφασίζεται η δημιουργία του ευρώ, η Ελλάδα δεν μπορεί να προχωρήσει στο κοινό νόμισμα. Στα χαρτιά, οι όροι συμμετοχής στον μηχανισμό είναι τα πολύ αυστηρά κριτήρια που διατυπώθηκαν στην Συνθήκη του Μάαστριχτ : χρέος κάτω από το 60% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος και έλλειμμα προϋπολογισμού κάτω από το 3%. Η Ελλάδα απέχει πολύ. … Ο επίτροπος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, ο Γάλλος Υβ Τιμπώ ντε Σιλγκί, ένας από τους αρχιτέκτονες της μετάβασης στο ευρώ, ανάγει το όραμα της διεύρυνσης σε προσωπική υπόθεση. Άλλωστε, όλες οι χώρες του νέου «κλαμπ» δεν τακτοποίησαν κάπως τα λογιστικά τους, ώστε να πληρούν τα κριτήρια του Μάαστριχτ, ελαττώνοντας τα χρέη τους ; Μεταξύ κατεργαρέων, ειλικρίνεια.
Η ελληνική κυβέρνηση ζητά από την «Γκόλντμαν Σαξ» να την βοηθήσει να βρει τεχνάσματα, για να μπει στη ζώνη του ευρώ, λίγο μετά τη δημιουργία του νέου νομίσματος. Η Αθήνα θέλει, κυρίως, να κρύψει την έκταση των ελλειμμάτων της. Για να γίνει αυτό, οι σοσιαλιστές, με ηγέτη τον Κώστα Σημίτη, έχουν την πρόθεση να απαλλαγούν από το βάρος των στρατιωτικών δαπανών … ώστε αυτές να μην συμπεριλαμβάνονται στις δημόσιες δαπάνες.
Γιατί η «Γκόλνμαν Σαξ» να αρνηθεί μια τέτοια εντολή, με υψηλή αμοιβή, και να μην κάνει ένα νομότυπο φτιασίδωμα ; Παρά τις συχνά απρόβλεπτες δυσκολίες που παρουσιάζουν οι σχέσεις με τον χώρο της πολιτικής, η «βοήθεια» προς τα κράτη βρίσκεται στο επίκεντρο των δραστηριοτήτων των επενδυτικών τραπεζών. Αν και οι ευρωπαϊκοί οίκοι έχουν την τάση να αφήνουν αυτού του είδους τις συναλλαγές για τα γραφεία των ειδικών λογιστών, οι αμερικανοί συνάδελφοί τους παρέχουν, συχνά, και με κάθε νομιμότητα αυτού του τύπου τις υπηρεσίες. Και άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσέφυγαν στην «τεχνογνωσία» των μεγάλων χρηματοοικονομικών οργανισμών για να «βελτιστοποιήσουν» την εικόνα των εθνικών τους λογαριασμών. Η Ιταλία έκανε ακριβώς το ίδιο με την αμερικανική τράπεζα «Τζι Πι Μόργκαν».
Για την «Γκόλντμαν Σαξ» η Ελλάδα γίνεται ξαφνικά μάννα εξ ουρανού. Πώς να μην δουν ότι μια μικρή χώρα με αδύναμη τραπεζική υποδομή, στοιχειώδεις στατιστικές των δημοσιονομικών και με ανθούσα παραοικονομία, που καθιστά προβληματική της είσπραξη φόρων και δασμών, αποτελεί κελεπούρι .
Η διαφορά μεταξύ των αγορών που γίνονται για να «υπάρχει κάλυψη» – τα  περίφημα ΣιΝτιΕς – και εκείνων με καθαρά κερδοσκοπικό σκοπό είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστεί. Αλλά, τι σημασία έχει, αφού στην ελληνική υπόθεση όλος ο κόσμος βγαίνει κερδισμένος ; Το κόλπο δίνει τη δυνατότητα στην Αθήνα να εξαφανίσει προσωρινά τα δισεκατομμύρια ευρώ του χρέους ως διά μαγείας. Από την πλευρά της η «Γκόλντμαν Σαξ» επωφελείται από τα μεγάλα περιθώρια κέρδους …
Μακροπρόθεσμα, όμως, οι τόκοι που θα δίνει το ελληνικό κράτος αποκαλύπτονται βαρύτεροι από εκείνους ενός απλού τραπεζικού δανείου. Θα κουβαλά το βάρος αυτής της υπογραφής για μεγάλο χρονικό διάστημα.



[i] Από το βιβλίο του Γάλλου δημοσιογράφου Μάρκ Ρως «η τράπεζα», σ.σ. 21 κ.επ., εκδόσεις Μεταίχμιο 2010

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

πολιτική οικονομία



Από την «κριτική της πολιτικής οικονομίας του Καρόλου Μαρξ»[1]
του Φρίντριχ Ένγκελς

οι Γερμανοί

Ο αποχωρισμός της Ολλανδίας από την Αυτοκρατορία[2] απώθησε τη Γερμανία από το παγκόσμιο εμπόριο και περιόρισε από την αρχή στο ελάχιστο τη βιομηχανική της ανάπτυξη. Και στο διάστημα που οι Γερμανοί ανάρρωναν πολύ αργά και με μεγάλο κόπο από τις καταστροφές των εμφυλίων πολέμων, στο διάστημα που ξόδευαν την αστικής τους δραστηριότητα – που ποτέ δεν ήταν πολύ μεγάλη – στον άκαρπο αγώνα ενάντια στους τελωνιακούς περιορισμούς και τους παράλογους εμπορικούς κανονισμούς που ο κάθε μικροπρίγκιπας και βαρόνος της Αυτοκρατορίας επέβαλλε στη βιομηχανία των υπηκόων του, στο διάστημα που οι αυτοκρατορικές πόλεις έφθιναν μέσα στο συντεχνιακό και πατρικιακό πνεύμα, στο διάστημα αυτό, λοιπόν, η Ολλανδία, η Αγγλία και η Γαλλία κατακτούσαν τις πρώτες θέσεις στο παγκόσμιο εμπόριο, ίδρυαν τη μία αποικία μετά από την άλλη και ανέπτυσσαν τη χειρονακτική βιομηχανία ως τη μεγαλύτερή της άνθιση, ώσπου τελικά η Αγγλία μπήκε επικεφαλής της σύγχρονης αστικής ανάπτυξης, εκμεταλλευόμενη τον ατμό που έδωσε αξία στα κοιτάσματά της σε κάρβουνο και σίδερο.

Για το διάστημα στο οποίο διεξαγόταν ο αγώνας ενάντια σε τόσο γελοία απαρχαιωμένα υπολείμματα του Μεσαίωνα τα οποία μέχρι τη δεκαετία του 1830 δέσμευαν την υλική αστική ανάπτυξη της Γερμανίας, δεν ήταν δυνατή η ύπαρξη μιας γερμανικής πολιτικής οικονομίας. Μόνο με τη συγκρότηση της Τελωνειακής Ένωσης[3] μπόρεσαν οι Γερμανοί να είναι σε θέση να καταλαβαίνουν γενικά την πολιτική οικονομία. Από αυτήν την εποχή άρχισε στην πράξη η εισαγωγή της αγγλικής και της γαλλικής πολιτικής οικονομίας προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της γερμανικής αστικής τάξης. Σύντομα, ο κόσμος των γραμμάτων και της γραφειοκρατίας πήρε υλικό που είχε εισαχθεί και το επεξεργάστηκε με έναν τρόπο που δεν τιμά πολύ το «γερμανικό πνεύμα». Από το παρδαλό συνονθύλευμα όλων αυτών που συγγράφουν, των ιπποτών της βιομηχανίας, των εμπόρων, των δασκάλων και των γραφειοκρατών, γεννήθηκε στη συνέχεια μια γερμανική οικονομική φιλολογία της οποίας η ανοησία, η ρηχότητα, η απερισκεψία, η πολυλογία και η λογοκλοπή μπορεί να συγκριθεί μόνο με αυτήν του γερμανικού μυθιστορήματος.


[1] Γράφτηκε από το Φ. Ένγκελς στο πρώτο μισό του Αυγούστου 1859. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «o Λαός» (das Volk) της 6ης και 20ης Αυγούστου 1859.
[2] Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους (1486 – 1808)
[3] Η Γερμανική Τελωνειακή Ένωση (Deutscher Zollverein) μπήκε σε ισχύ από την 1η του Γενάρη 1834 από την Πρωσία και από μια σειρά άλλα γερμανικά κρατίδια, μέλη της Γερμανικής Ομοσπονδίας (ομοσπονδία κυρίως γερμανόφωνων κρατών μεταξύ του 1815 – 1866), με στόχο το ξεπέρασμα του τεράστιου κατακερματισμού μέσω της κατάργησης των τελωνειακών δασμών κάθε κρατιδίου και της καθιέρωσης ενιαίων τελωνειακών δασμών στα σύνορα της Ένωσης.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

Διάλογοι


μετά τα φυσικά
του Ιωάννη Λιάκουρα

-         είσαι καλά ; … πώς τα περνάς ;
-         πολύ καλά … γιατί ρωτάς ;
-         νοιάζομαι για σένα … και …
-         φοβάσαι το άγνωστο …
-         πώς το μάντεψες ;
-         δεν μάντεψα … το ξέρω …
-         ναι, αλλά πώς ;
-         μην ξεχνάς … είμαι στην άλλη την πλευρά …
-         ξέρω …
-         μην σε στενοχωρεί αυτό …
-         μου λείπεις …
-         σκέψου τον χρόνο … είναι σχετικός …
-         και τι θα πει αυτό …
-         πως είμαι μαζί σου …
-         μου λες πως σε κουβαλάω μέσα μου …
-         και όχι μόνο …
-         … πώς είναι από ‘κεί ;
-         πάντα την είχες αυτήν την απορία …
-         δεν βλάπτει η αναζήτηση …
-         όχι, δεν βλάπτει …
-         λοιπόν ;
-         όπως και ‘κει …
-         όπως και ‘δω ; … μα είναι δυνατόν ; …
-         η ζωή συνεχίζεται …
-         αυτό το λένε για παρηγοριά …
-         κι είναι πραγματικότητα …
-         ναι, αλλά εσύ ισχυρίζεσαι άλλα … αν σ’ ερμηνεύω σωστά …
-         και γιατί να θεωρείς άλλο, αυτό που είναι πραγματικό ;
-         να ... ήξερα πως πραγματικό είναι το να ‘σαι εδώ …
-         κι εδώ η ίδια αλήθεια ισχύει …
-         μα τότε, οι ψυχές ; … δεν ησυχάζουνε ποτέ ;
-         η ψυχή είναι αεικίνητη … κι ο χρόνος αέναος …
-         κι όταν λες πως η ζωή εκεί μοιάζει με την ζωή εδώ … τι ακριβώς εννοείς ;
-         χαρές και λύπες, πόνο κι ευτυχία …
-         δυσκολεύομαι να το πιστέψω … γαλουχηθήκαμε αλλιώς …
-         κι όμως είναι φυσικό …
-         τι εννοείς μ’ αυτό ;
-         τους νόμους της φύσης …
-         και ; …
-         ξέρεις, ο δημιουργός δεν έθεσε κανόνες τυχαία … ούτε ειδικά … ούτε τοπικά … τους έθεσε γενικά … κι έγιναν εργαλείο στα χέρια του …
-         θες να μου πεις πως οι φυσικοί νόμοι ισχύουν κι ‘κει ;
-         αυτό ακριβώς θέλω …
-         κι η κόλαση ; … κι ο παράδεισος ;
-         πάνε μαζί … όπως και στην εκεί ζωή …
-         διατηρείται δηλαδή η ενότητα του όντος και στην δική σου την πλευρά ;
-         μα, είμαι εδώ … σου μιλάω …
-         είσαι ;
-         φοβάσαι μήπως είμαι αποκύημα της φαντασίας σου ;
-         φοβάμαι το άγνωστο … το είπαμε αυτό …
-         κι όμως … δεν είμαι … είμαι εδώ, κι είμαι μαζί σου, κι είμαι ταυτόχρονα μία ενιαία οντότητα …
-         … και υπόκεισαι στους φυσικούς νόμους … ξέρω …
-         ακόμα δεν πιστεύεις ;
-         δεν ξέρω τί να πιστέψω …
-         κι οι αισθήσεις σου ; … σε απατούν κι αυτές ;
-         μπορεί …
-         και τότε γιατί κάθεσαι και μου μιλάς ;
-         γιατί δεν θέλω να σε χάσω … πάλι …
-         δεν θα με χάσεις …
-         … μια ερώτηση ακόμα …
-         ακούω …
-         και ποιό το νόημα αυτών ;
-         του αέναου ;
-         του αέναου …
-         όποιο και το νόημα της ύπαρξής σου … κι όσων υπάρχουν γύρω σου … και μέσα σου …
-         αλήθεια λες … γιατί να υπάρχουμε, αν δεν υπάρχει νόημα ;
-         μα, υπάρχει … σου λέω, υπάρχει …

Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

Σχεδιάσματα


και να … μπορώ ακόμα ν’ απαντώ

καλοκαιρινό μεσημέρι
… στον τόπο τον μικρό … τον μέγα …

Το νωχελικό λίκνισμα κάτω από τη μουριά.
Η αψιά και τρυφερή μυρωδιά της φασκομηλιάς που τρίβεται πάνω στο σκοινί της αιώρας.
Το νανουριστικό τραγούδι των τζιτζικιών.
Η απαλή αύρα που μοσχοβολιστή απλώνει παντού τη γλυκιά μυρωδιά από τα ξερά φρύγανα.
Ο ονειρικός κυματισμός των κλαδιών της φοινικιάς.
Ο βόμβος μιας μέλισσας γύρω από τα μαλλιά μου.
Ο χορός της πεταλούδας ανάμεσα στα γλυκοπράσινα φύλλα της λεμονιάς.
Οι ηδονικά λουσμένες στο φως και ανθισμένες πικροδάφνες.
Το ξερό πατημένο χορτάρι που τρίζει απολαυστικά κάτω από τις πατούσες μου.
Το φτεροκόπημα των σπουργιτιών ανάμεσα στα χλωρά ρόδια μιας οργιαστικά φουντωμένης ροδιάς.
Η λιγνή σκιά του σεμνού κυπαρισσιού.
Η δροσερή τέντα που αναδύεται στο αγέρι.
Το άπλετο φως που δυναστεύει τα μάτια.

σχεδίασμα της Αγγελικής Χρυσικοπούλου, χωρίς ημερομηνία στο χειρόγραφο, ίσως κάπου μέσα στο καλοκαίρι του 2011

Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

μέσα στον χρόνο τον λίγο, τον πολύ ...


Το καλοκαίρι του 2006 ήρθες στον μικρό μας τόπο, τον αγάπησες και τον διάλεξες για τη φωλιά σου.
Μια φωλιά γεμάτη με πολύχρωμες κορδέλες και δικές σου χειροτεχνίες.   
Βρήκες μονοπάτια που δεν είχαμε πατήσει, εκδρομές που ποτέ δεν είχαμε τολμήσει.
Παρατήρησες τα νησιά πέρα μακριά, που δεν είχαμε δει και την αλλαγή στο φως και τα χρώματα.
Γνώρισες κι αυτούς που εμείς δεν ξέραμε και δεν κουραζόσουν να μοιράζεις καλησπέρες και χαμόγελα στους απογευματινούς σου περιπάτους κρατώντας το χέρι του αγαπημένου σου και έχοντας την μικρή σου νεραϊδούλα να πετάει κάπου τριγύρω.
Ένα κορίτσι σαν από άλλη εποχή, πού ώρες, ώρες νόμιζα πως θα δω να περνάει φορώντας κρινολίνο…
Μιλήσαμε για ώρες πολλές, δακρύσαμε για εκείνους που έλειπαν και μας έλειπαν, σιωπήσαμε για ώρες πολλές…. 
Το ξέρω ότι ο ήλιος θα ανατείλει ξανά στον μικρό μας τόπο, η άμμος θα καίει πάντα τα πόδια μας και η θάλασσα θα περιμένει να μας δροσίσει. Τα καλοκαιρινά βράδια θα ξενυχτήσουμε στο φως των κεριών και το χειμώνα μπροστά στο αναμμένο τζάκι. Μόνο που τίποτα δεν θα είναι για κανέναν μας πια το ίδιο.
Πώς αλλιώς να σου πω ότι  μέσα σε τόσο λίγο χρόνο, σ΄ αγαπήσαμε πολύ…

Για την δική μας Αγγελική
Ντέμη

Σάββατο 12 Μαΐου 2012

σαν όνειρο ...

το αγγελάκι

Άξαφνα, το κοριτσάκι πετάγεται πάνω κλαίγοντας ... Αλαφιασμένος ο πατέρας τρέχει  κοντά της ... την παίρνει στην αγκαλιά του ...
- "όνειρο ήτανε αγάπη μου", την παρηγορεί, "πάει ... πέρασε πια" ...
... εκείνη συνεχίζει να κλαίει ...
- "δεν θέλω να το ξαναδώ μπαμπάκα", λέει μέσα σε αναφιλητά ... "πονάει πολύ" ...
- "πάει πέρασε καλή μου", επαναλαμβάνει ο πατέρας ... "δεν πρόκειται να το ξαναδείς ... ησύχασε ... ησύχασε βλαστάρι μου γλυκό" ...
... την σφίγγει ακόμα περισσότερο στην αγκαλιά του ... αρχίζει να την νανουρίζει ... η μικρή ηρεμεί ... σιγά - σιγά, τα βλέφαρα βαραίνουν ...
- "καληνύχτα αγαπούλα" ... της ψιθυρίζει ήρεμα εκείνος ... εξακολουθεί να την κρατά σφιχτά στην αγκαλιά του ... "καληνύχτα άγγελέ μου" ... επαναλαμβάνει ...

* αφιερωμένο στην Αγγελική Χρυσικοπούλου, που έφυγε τόσο πρόωρα από κοντά μας και τώρα βρίσκεται στην αγκαλιά του πατέρα της
Μαρίνα και Γιάννης

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Ηθικά



Οι συμφορές του δανεισμού (1)

Αν αρκούμασταν στα απαραίτητα, οι δανειστές δεν θα υπήρχαν ως είδος, όπως δεν υπάρχουν Κένταυροι και Γοργόνες. Τους δανειστές τους δημιούργησε η τρυφή …

Άνθρωπος όμως που μπλέκει μια φορά, μένει χρεωστής για πάντα και, σαν άλογο που του έχουν φορέσει χαλινάρι, δέχεται στη ράχη του τον έναν αναβάτη μετά τον άλλον· και μη βρίσκοντας κανένα καταφύγιο σ’ εκείνα τα λιβάδια και τα βοσκοτόπια, περιπλανιέται μάταια, όπως οι δαίμονες που λέει ο Εμπεδοκλής, οι διωγμένοι απ’ τους θεούς κι απ’ τα ουράνια …

«Ο ένας λοιπόν τον άλλον διαδέχεται», τοκογλύφος ή μεσάζοντας …

Αν πέσει κάποιος μες στη λάσπη πρέπει ή να σηκωθεί αμέσως ή να μείνει ακίνητος· αν στριφογυρνάει και κυλιέται με το σώμα του μουσκεμένο, μαζεύει επάνω του ακόμη περισσότερη βρωμιά. Αντιστοίχως και οι οφειλέτες, δανειζόμενοι από τον έναν για να πληρώσουν τον άλλον και μετακυλίοντας τα χρέη τους, φορτώνονται όλο και περισσότερους τόκους και δυσχεραίνουν όλο και πιο πολύ τη θέση τους· και δεν διαφέρουν σε τίποτε από ανθρώπους που πάσχουν από χολέρα …

Έτσι λοιπόν και οι οφειλέτες, δεν φροντίζουν να γλιτώσουν οριστικά από τα χρέη και, κάθε φορά που φτάνει η στιγμή, με οδύνη και σπαραγμό πληρώνουν τον τόκο, που ευθύς αμέσως τον διαδέχεται άλλος …

Η Καλυψώ έντυσε τον Οδυσσέα «με ρούχα ευωδιαστά» που ανέδιδαν θεϊκή πνοή, δώρα και ενθύμια της αγάπης της. Μα όταν το πλεούμενό του ανατράπηκε, κι ο ίδιος πάλευε με τα κύματα, καταφέρνοντας μετά βίας να κρατηθεί στην επιφάνεια, έβγαλε από πάνω του τα ρούχα της Καλυψώς, που είχαν μουσκέψει και βαρύνει, τύλιξε το γυμνό του στήθος μ’ ένα μαντίλι και πέρα απ’ την ακτή κολύμπησε, με βλέμμα πάντα στη στεριά· κι όταν πια ήταν ασφαλής, δεν του λείψανε ούτε ρούχα ούτε τροφή.

Μήπως δεν βρίσκει φουρτούνα τους οφειλέτες, όταν εμφανίζεται κάθε τόσο ο δανειστής και λέει «πλήρωνε» ; … Έτσι κι οι τόκοι σωρεύονται ο ένας πάνω στον άλλο·κι ο άνθρωπος που βλέπει να τον πνίγουν τα χρέη, αγωνίζεται να μείνει στην επιφάνεια, μα δεν μπορεί να κολυμπήσει μακριά απ’ όσα τον βαραίνουν και να γλιτώσει· τον παρασύρουν στον βυθό και αφανίζεται …

(1) Πλούταρχος, «περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι», μτφρ. Πολυξένη Παπαπάνου, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 2011

Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

ιστορικές αναφορές

σαν σήμερα

Βαυαρική αποικία[1]

Έλληνες και ξένοι ιστοριογράφοι επισημαίνουν μια «αφύπνιση του φιλελληνισμού» στην Ευρώπη μετά το 1826. Στην πραγματικότητα πρόκειται για αφύπνιση του ενδιαφέροντος των Δυνάμεων για το ελληνικό πρόβλημα ύστερα από την αιγυπτιακή εισβολή στην Ελλάδα και την απειλητική για τα συμφέροντά τους κατάσταση του δημιουργούσε το προγεφύρωμα του Μεχμέτ Αλή στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Το φιλελληνικό κίνημα, σύμφυτο με τον φιλελευθερισμό των λαών, αν όχι ταυτόσημο, ελεγχόταν σταθερά σε όλα τα χρόνια του Αγώνα από τις κυβερνήσεις και χρησιμοποιούνταν επιδέξια για την προσέγγιση πολιτικών σκοπών και εξυπηρέτηση εθνικών συμφερόντων. Άλλοτε συμπιεζόταν, άλλοτε αφηνόταν ελεύθερο και άλλοτε υποδαυλιζόταν. Ουσιαστικά το λεγόμενο φιλελληνικό κίνημα στην Ευρώπη και στην Αμερική δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην πολιτική λύση του ελληνικού προβλήματος. Οι ευρωπαϊκοί λαοί έτρεφαν φιλελληνικά αισθήματα αλλά η φωνή τους μεταστοιχειωνόταν και απενεργοποιόταν από τον μηχανισμό των Κομιτάτων που ελέγχονταν απόλυτα από τις κυβερνήσεις και τις μυστικές υπηρεσίες.

Στην Ελλάδα, ωστόσο, οι φιλελληνικές εκδηλώσεις ερμηνεύονταν ως προοίμιο και εγγύηση της εθνικής ανεξαρτησίας. Μέσα στο 1826 οργίαζαν οι φήμες και οι διαδόσεις για άμεση στρατιωτική βοήθεια. Το φθινόπωρο μια χαρμόσυνη είδηση κυκλοφορούσε σ’ ολόκληρη την Ελλάδα προκαλώντας ενθουσιασμό και αναπτερώνοντας τις ελπίδες. Από στιγμή σε στιγμή φθάνει από τη Βαυαρία τακτικό στράτευμα τριάντα χιλιάδων ανδρών. Έφθασαν – τον Δεκέμβριο του 1826 – πραγματικά οι Βαυαροί, αλλά ήταν μόνο δώδεκα. Μια μικρή ομάδα – αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και στρατιωτικοί γιατροί – με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Κάρολο Χάιντεκ. Δεν ήταν εθελοντές αλλά μέλη «στρατιωτικής αποστολής». Υπηρετούσαν όλοι στο βαυαρικό στράτευμα, φορούσαν τις στολές τους και ταξίδευαν στην Ελλάδα επίσημα, με κανονική άδεια, ως συγκροτημένη ομάδα, με εντολή του βασιλιά Λουδοβίκου[2]. Ήταν η πρώτη φορά που μια ξένη χώρα έστελνε στην Ελλάδα, ανοιχτά και απροσχημάτιστα, στρατιωτικούς. Αλλά η Βαυαρία ήταν ένα κρατίδιο στην καρδιά της Ευρώπης, χωρίς ειδικά συμφέροντα στην Ανατολή, χωρίς εμπορικό στόλο στη Μεσόγειο και οικονομικοπολιτικές σχέσεις με την Τουρκία. Αντίθετα, οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών Δυνάμεων και της Αμερικής απέφευγαν κάθε φανερή ανάμιξη στις φιλελληνικές εκδηλώσεις και στην αποστολή βοήθειας. Κρατούσαν υπό τον έλεγχό τους τα Κομιτάτα ή καθοδηγούσαν τους εθελοντές άμεσα ή έμμεσα και τους χρησιμοποιούσαν ως όργανα εθνικής πολιτικής, τηρούσαν τα προσχήματα και υποκρίνονταν ουδετερότητα για να μην διακινδυνεύσουν τα συμφέροντά τους στην οθωμανική αυτοκρατορία και να μην διαταραχθούν οι σχέσεις τους με την Πύλη. Για τον Λουδοβίκο, όμως, της Βαυαρίας αυτή η συμβολική χειρονομία αποτελούσε εφαρμογή μιας πολιτικής που επέτρεπε διασυνδέσεις με τον ελληνικό χώρο και καλλιέργεια επιρροής χωρίς κανένα κίνδυνο περιπλοκών με την Πύλη. Και όπως είναι γνωστό, με την φιλελληνική εκείνη πρωτοβουλία, ο Λουδοβίκος πέτυχε την έκδοση μιας συναλλαγματικής που θα εξαργυρωθεί αργότερα με την ανάρρηση στο θρόνο του ανήλικου γιου του. Ο συνταγματάρχης Χάιντεκ θα ξαναγυρίσει σε λίγα χρόνια στην Ελλάδα ως μέλος της τριμελούς αντιβασιλείας[3]. Υπερκερδοφόρα η αποπληρωμή. Η Ελλάδα θα γίνει για ένα διάστημα βαυαρική αποικία.



[1] Κυριάκου Σιμόπουλου, «πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21», τ. Ε΄, σ.σ. 289-290, Αθήνα 1984

[2] Στην βαυαρική αποστολή υπό τον Χάιντεκ πήραν μέρος οι λοχαγοί Θ. Χύγκλερ και Φρ. Σνίτσλαιν, οι υπολοχαγοί Σενχάμμερ, Κραζάιζεν, Αντ. Σίλτσερ και Γ. φον Ας, ο στρατιωτικός γιατρός Σεμπ. Σράινερ, οι λοχίες Μέζινγκ, Γκορτ, Βιλντ, Μάντλερ και Μάγιερ, ο δεκανέας Γκυρτελάιν και ο πυροβολητής Ρύππρεχτ. Ο φον Ας αρρώστησε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και γύρισε στο Μόναχο τον Νοέμβριο του 1827. Ο υπολοχαγός Σίλτσερ πέθανε στην Ελλάδα.

[3] το 1844 έγινε βαρώνος. Αποστρατεύθηκε το 1855.

Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

Δίκαιο


μικρά κείμενα

νομικά ζητήματα στον καιρό του Καποδίστρια[1]

Στις 28 Ιουλίου 1828 κατέπλευσε στον Πόρο το αμερικανικό βρίκι «Χέραλντ». Ήταν το έβδομο φορτίο με αμερικανικά βοηθήματα που έφθανε στην Ελλάδα. Το συνόδευαν ο δικαστής Σαμουήλ Γούντρουφ και ο Ιωάννης Στύβενσαντ. Ο δικαστής κράτησε ημερολόγιο του ταξιδιού και των εμπειριών του στην Ελλάδα. Κυκλοφόρησε το 1831.

Ο Γούντρουφ εξεικονίζει στο χρονικό του τις συμφορές που άφησε ο απελευθερωτικός πόλεμος: «Οχτώ σχεδόν χρόνια κράτησε ο ωραίος αγώνας της Ελλάδας για ζωή και ελευθερία εναντίον των άγριων δυναστών της. Οι καταστροφές του πολέμου και οι δηώσεις είναι αποτυπωμένες στο μεγαλύτερο μέρος της όμορφης χώρας. Τα τέκνα της έπεσαν στο πεδίο της μάχης· πολλές από τις ωραίες θυγατέρες της βιάσθησαν και σφαγιάσθησαν· ολόκληρες πόλεις έχουν παραδοθεί στη σφαγή χωρίς διάκριση· χιλιάδες παιδιά πετάχθηκαν από τα παράθυρα στα καλντερίμια ή εκτινάχθηκαν στους τοίχους των σπιτιών, χιλιάδες χήρες και ορφανά χωρίς στέγη, χωρίς χρήματα, χωρίς προστασία υψώνουν τα μάτια και τα χέρια εκλιπαρώντας τη χριστιανική φιλανθρωπία».

Για να αποκαταστήσει την τάξη και την ασφάλεια στην ελληνική επικράτεια ο Καποδίστριας έλαβε, γράφει ο Γούντρουφ, ‘’δύο τολμηρά και αποφασιστικά μέτρα’’. Εγκατέστησε τελωνειακές αρχές σε όλα τα λιμάνια, με ένοπλη φρουρά και έδωσε εντολή να εφοδιασθούν όλα τα καράβια, μικρά και μεγάλα, με ναυτιλιακά έγγραφα, όπου θα αναφέρονται όλα τα στοιχεία του πλοίου, τα ονόματα των μελών του πληρώματος και των επιβατών, ο σκοπός του ταξιδιού, ο προορισμός κ.λπ. Το καράβι που δεν ήταν εφοδιασμένο με τέτοια έγγραφα χαρακτηριζόταν πειρατικό και δημευόταν, ενώ το πλήρωμα δικαζόταν και καταδικαζόταν. Το δεύτερο μέτρο ήταν ο αφοπλισμός όλων των πολιτών, εκτός εκείνων που βρίσκονταν σε κρατική υπηρεσία. ‘’Και τα δύο μέτρα πέτυχαν χωρίς σημαντικές αντιδράσεις’’.

Ο Καποδίστριας είπε στους Αμερικανούς ότι μελέτησε το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών και ήθελε να το εφαρμόσει στην Ελλάδα. Πρόσθεσε όμως: «Η κατάστασή μας είναι κρίσιμη. Ο λαός είναι ασυνήθιστος σε ελεύθερη διακυβέρνηση. Ο χρόνος και το μέλλον θα το αποφασίσουν».



[1] Κυριάκου Σιμόπουλου, «πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21», τ. Ε΄, σ.σ. 444 & 445, Αθήνα 1984



Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Πολιτική


σαν σήμερα

τα κόμματα και η Πατρίδα[1]

Το Μεσολόγγι αποτελεί μια ένδοξη αλλά και μαύρη σελίδα της ιστορίας του Αγώνα. Ένδοξη για τη γενναιότητα και την καρτερία, την ανένδοτη αντίσταση και την αντοχή των αγωνιστών, για το ολοκαύτωμα της Εξόδου. Μαύρη για τα αίτια που οδήγησαν στην καταστροφή – πράξεις και παραλείψεις ιδιοτελείς, πάθη και αθλιότητες, ψυχροί υπολογισμοί και τύφλωση. Το Μεσολόγγι αφέθηκε στη μοίρα του εν ψυχρώ. Συναγωνίσθηκαν για το χαμό του, από αδυναμία ή αμέλεια, από εγωισμό ή σκοπιμότητες, η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία. Ακόμα και οι ίδιοι οι πολιορκημένοι. Όλοι και όλα εναντίον του. Και η τραγική ειρωνεία: η τουρκοαιγυπτιακή νίκη ήρθε τη στιγμή που τα στρατεύματα του Ιμπραήμ και του Κιουταχή είχαν φθάσει στα έσχατα της αντοχής και αντιμετώπιζαν ακόμα και εγκατάλειψη της πολιορκίας.

Εδώ προβάλλει το ερώτημα: Ήταν δυνατή η διάσπαση του κλοιού, η διάλυση του τουρκοαιγυπτιακού στρατοπέδου και η σωτηρία του Μεσολογγίου ; Όλα δείχνουν πως υπήρχαν οι προϋποθέσεις για την ανατροπή των εχθρικών σχεδίων. Είχαν γίνει εισηγήσεις για συντονισμένη πολεμική δράση και σχέδια καταστρώθηκαν για εκστρατεία ναυτική και χερσαία. Αλλά οι εσωτερικές διαμάχες, η αχρηματία, η ιδιοτέλεια και η διαφθορά δεν άφηναν περιθώρια για βοήθεια. Όλων η προσοχή είχε στραφεί, μήνες πριν, στην Γ΄ Εθνική Συνέλευση που είχε ορισθεί για τον Μάρτιο του 1826. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, τα τρία ξενοκίνητα κόμματα, πολιτικοί και στρατιωτικοί, άτομα και ομάδες αγωνίζονταν για την ανάδειξη δικών τους πληρεξουσίων με στόχο την εξουσία. Η Διοίκηση Κουντουριώτη έβλεπε την προσωρινότητά της και αδιαφορούσε, οι αντίπαλοί της πάσχιζαν με μανία για την άλωση της Αρχής. ο αγωνιστής Σπυρομίλιος, ένας από τους απεσταλμένους της Φρουράς, κομιστής απεγνωσμένου μηνύματος από το Μεσολόγγι, εξεικονίζει στα ενθυμήματά του το χάος, την ακυβερνησία, την αδράνεια, την αδιαφορία και την ιδιοτέλεια που επικρατούσε στ’ Ανάπλι. «Αλλά κατά δυστυχίαν είχε προκηρυχθεί να συγκροτηθεί Εθνική Συνέλευσις και εις αυτόν τον καιρόν ενεργούνται όλαι αι σκευωρίαι και αι ραδιουργίαι διά τας εκλογάς των πληρεξουσίων και των κομμάτων· άρα ήταν εις τον μεγαλύτερον βρασμό ναι φατρίαι»[2]. Κι’ επειδή οι απεσταλμένοι της Φρουράς δεν είχαν προσχωρήσει σε καμμία παράταξη, κανείς δεν τους πρόσεχε, κανείς δεν ενδιαφερόταν. «Αφ’ ου επληροφορήθησαν τω όντι ότι δεν εμελετούσαμεν να ενισχύσωμεν κανέν κόμμα, αδιαφόρησαν όλα τα κόμματα από ημάς, και ενώ τους ωμιλούσαμεν διά το Μεσολόγγιον όλοι έλεγαν το ‘’ναι, έχετε δίκαιον’’, αλλά δεν συνέπραττον υπέρ αυτού με ζήλον»[3]



[1] Κυριάκου Σιμόπουλου, «πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21», τ. Ε΄, σ.σ. 15-16 & 39-41, Αθήνα 1984

[2] Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου, 1825-1826, Αθήναι 1926, σ. 111

[3] Ένθ’ αν., σ. 112. Δεν αποτελούσε κάτι καινούργιο η πολιτική διαφθορά που επικρατούσε στ’ Ανάπλι. Έγραφαν οι Σπετσιώτες (16 Ιουνίου 1825) στην Κυβέρνηση: «Αν δεν εξέλθωσιν οι εν Ναυπλίω εις τας ηδονάς κυλιόμενοι να υπάγωσιν εις τον πόλεμον, ήθελον μετακαλέσει και εκείνοι τα πλοία των» (Ν. Σπηλιάδη, τ. Β΄, σ. 464-465)